Ιδιωτικός τομέας. Το τελευταίο (;) κομμάτι του πάζλ στον εμφύλιο των δουλοπαροίκων..

  Το τελευταίο(;) κομμάτι του πάζλ σε σχέση με τα εργασιακά δικαιώματα αφορά τον ιδιωτικό τομέα. Του περισσότερο ίσως υποψιασμένου εργατικού δυναμικού της χώρας μιας και δεν περίμενε την Τρόικα ή τη νέα διαπραγμάτευση για να βιώσει την έλλειψη δικαιωμάτων του.  
  Το καθεστώς εργασιακής ανασφάλειας, η μη νομοθετημένη αλλά ουσιαστική απαγόρευση του συνδικαλίζεσθε, η κατάργηση του ωραρίου, η μη πληρωμή των υπερωριών, το καθεστώς ενοικίασης εργαζομένων και τόσες άλλες πρακτικές αποτελούν καθημερινότητα εδώ και χρόνια. Η επιλογή ο ιδιωτικός τομέας να είναι ο τελευταίος κρίκος χρονικά στην αλυσίδα των εργασιακών αλλαγών δεν ήταν τυχαίος. Οι εργασιακές αλλαγές δεν θα μπορούσαν να γίνουν μαζικά. Όσο καλά και να ελέγχετε ο στρατός των δοτών συνδικαλιστών, υπήρχε ο κίνδυνος μιας μαζικότερης αντίδραση.
  Το διαίρει και βασίλευε αποτελούσε ανέκαθεν μια δοκιμασμένη πρακτική που βρήκε πολύ βολικά την εφαρμογή του στο διαχωρισμό των εργαζομένων. Έτσι οι δημόσιοι υπάλληλοι έσυραν το χορό ως οι ένοχοι που έπρεπε να πληρώσουν για τη διαφθορά του δημοσίου τομέα με εργασιακή τιμωρία αλλά και με τάσεις ρεβανσισμού από τους υπόλοιπους. Η επιλεκτική επιλογή κλειστών επαγγελμάτων έφερε έντεχνα την εκφρασμένη μέσω των ΜΜΕ κοινή γνώμη να ζητά περισσότερη καταστολή στις απεργιακές κινητοποιήσεις ενάντια στα τετελεσμένα. Οι πρώην επιχειρηματίες των καταστημάτων που κλείνουν και ΔΕΝλογίζονται ως άνεργοι εκπροσωπούνται από το ΕΒΕΑ χωρίς περεταίρω σχολιασμό…. Οι υπάλληλοι των ΔΕΚΟ  βρίσκονται στο στόχαστρο τόσο των δημοσίων  υπαλλήλων και πρώην συνάδελφων τους για να πληρώσουν κι αυτοί, όσο και των ιδιωτικών που «βλέπουν» τις αλλαγές ως «θεία δίκη».  Η κατάντια μιας χώρας που τη στιγμή που επιστρέφει στον «εργασιακό μεσαίωνα» -είναι η λέξη που μας τονίζουν οι επαγγελματίες της ενημέρωσης και οι υπόλοιπες μαριονέτες του πολιτικού συστήματος-, αντί να είναι ενωμένη, για άλλη μια φορά στην ιστορία της επιλέγει τη διάσπαση  και το ρεβανσισμό ή στην καλύτερη των περιπτώσεων στην αυτιστική απάθεια.
   Οι αλλαγές στον ιδιωτικό τομέα το μόνο που χρειάζονταν ήταν απλά μια δικαιολογία. Το αν αυτή έχει το όνομα ανάπτυξη και ανταγωνιστικότητα μικρή σημασία έχει.        
   Η απουσία τους εξάλλου όπως έχουμε καλά ενημερωθεί, δεν οφείλεται στο ότι οι μεγάλες επιχειρήσεις στην Ελλάδα είναι άμεσα ή έμμεσα κρατικοδίαιτες. Δεν οφείλεται στη μη επαναχρηματοδότηση των κερδών των εισηγμένων κυρίως εταιριών που υπήρξαν τεράστια για το μέγεθος τους τα τελευταία χρόνια. Δεν οφείλεται στη μη αναζήτηση νέων αγορών πλην του κράτους. Δεν οφείλεται στην απουσία έρευνας και καινοτομίας. Δεν οφείλεται στην έλλειψη ποιότητας. Δεν οφείλεται εν τέλει στο ότι ουδέποτε ενδιαφέρθηκαν να ξεπεράσουν τις απαρχαιωμένες δομές τους ή την οικογενειοκρατική τους αντίληψη.
   Οφείλεται όπως αποφασίστηκε στους μισθούς και τη «μη ευελιξία»  της αγοράς εργασίας που σε ελεύθερη απόδοση σημαίνει ανάγκη παραγωγής εργαζομένων με συνθήκες αναλώσιμων δουλοπαροίκων. Κάτι απαραίτητο για να μπορέσει να «νοικοκυρευτεί» πλέον το κράτος. Όχι για να δημιουργήσει μη ελλειμματικούς δημόσιους και παραγωγικούς πυλώνες, αλλά για να μπορέσει να ξεφορτωθεί τα αποτελέσματα της δικής του ανικανότητας στους επιλεγμένους επενδυτές προσφέροντας τους συμβάσεις με αποικιακούς όρους εργασίας.
 Η ΓΣΕΕ εξάλλου και όλοι οι αυτοκαταργημένοι συνδικαλιστικοί φορείς δεν αποτελούν πια όχι ελπίδα αλλά μάλλον περισσότερο φόβο και οργή επιφέρουν. Οργή σιωπηλή που δεν μπορεί να ξεσπάσει ή να εξωτερικευθεί μιας και κανείς δεν μπορεί πλέον να την εμπνεύσει. Ακόμα και η αριστερά κούρασε όπως όλα τα αντί χωρίς πραγματική εναλλακτική πρόταση που να βασίζεται σε πραγματικά δεδομένα και όχι σε εκθέσεις ιδεών ή ελπίδων. Όταν το νέο όραμα μας ως εργαζόμενοι είναι η παραμονή στην εργασία τον επόμενο μήνα ακόμα και με μισθό που δεν ανταποκρίνεται ούτε στις βασικές ανάγκες, χρειάζονται προτάσεις που δεν θα χαϊδεύουν αυτιά ούτε θα παίζουν με τις λέξεις περιγράφοντας μια κατάσταση που ήδη βιώνουμε.
  Διασπασμένοι και με σκυμμένο κεφάλι ανακαλύπτουμε συνεχώς τα καινούργια όρια απώλειας του χαμένου αυτοσεβασμού μας ρωτώντας τον εαυτό μας «πώς μας τούμπαραν έτσι;, πώς φτάσαμε ως εδώ;» Μόνο που καταντάει γελοίο το ότι δεν θυμόμαστε πλέον πόσες φορές το χουμε ξαναπεί…
Το ίδιο κείμενο με πολύ μικρές αλλαγές το έχω ξαναδημοσιεύσει  πριν περίπου ένα χρόνο. Νόμιζα τότε πως εκείνα τα μέτρα, εκείνο το κομμάτι του πάζλ ήταν το τελευταίο.. Μάλλον όμως ήταν το πρώτο από τα πολλά που ακολούθησαν και θα ακολουθήσουν..

Στελέχη επιχειρήσεων σε έναν εργασιακό μεσαίωνα…

    Ίσως το Post να φαίνεται λίγο άκαιρολόγω των ημερών. Τη στιγμή που τα πάντα κινούνται στον αστερισμό των «σωτήρων»υποψήφιων πρωθυπουργών και των της καταμέτρησης πόσα πρόβατα είναι ήδη στο μαντρί,πόσα απ έξω, ποια είναι ατίθασα και ποια αποφασίζουν να γίνουν ελευθέραςβοσκής, το να αναφέρεται κάποιος στα λεγόμενα «μικρά» καθημερινά μπορούν να τονχαρακτηρίσουν από «εκτός τόπου και χρόνου» μέχρι οπαδό του λαϊκισμού..
    Αναπόφευκταόμως ο καθένας βλέπει τα πράγματα από το δικό του μικρόκοσμο και από τη δικήτου «επικαιρότητα» . Και επειδή η δική μου επικαιρότητα κινείται σε ρυθμόεργασιακών απολύσεων και εργασιακής ανασφάλειας, όπως και των περισσότερωνανθρώπων που εργάζονται στον ιδιωτικό τομέα, θα ήθελα να αναδημοσιεύσω έναπαλιό άρθρο της ΣΙΣΣΥΑΛΩΝΙΣΤΙΩΤΟΥ που έχω κρατήσει στο αρχείο μου. Γραμμένο σε μια εποχή που τα πράγματαήταν «καλύτερα» από σήμερα, επίκαιρο τότε, τραγικά επίκαιρο τώρα μιας και έχουνπροστεθεί και νέες παράμετροι στον εργασιακό μας μεσαίωνα…
   «Στελέχη επιχειρήσεωνονομάζονται όλοι οι εργαζόμενοι που διαθέτουν πτυχίο ανώτατης σχολής καιτουλάχιστον ένα μεταπτυχιακό. Είναι υπάλληλοι μεγάλων ελληνικών και πολυεθνικώνεπιχειρήσεων, καθώς και τραπεζών.
   Είναι νέοι,φορούν κοστούμι από το πρωί μέχρι το βράδυ, δουλεύουν από το πρωί μέχρι τοβράδυ, ονομάζονται μπραντ μάνατζερ, ασίσταντ μπραντ μάνατζερ, μάρκετινγκμάνατζερ και άλλα δυσερμήνευτα επί της ουσίας. Προχωρούν, έχοντας μπροστά τουςσυνεχώς το καρότο της προαγωγής από τη μία και το φόβο της απόλυσης από τηνάλλη. Η μέρα τους ξεκινά στις 7 το πρωί και τελειώνει στις 11 περίπου το βράδυ,ενώ τα Σαββατοκύριακα (όχι όλα) είναι παρόντες στις εκθέσεις των προϊόντων τηςεταιρείας τους, σε ειδικές συσκέψεις που δεν μπορούν να γίνουν άλλη ώρα, σεραντεβού και ειδικά… μίτινγκ με ξένους και εγχώριους πελάτες.     
   Καμιάεπιχείρηση δεν τους πληρώνει υπερωρίες, κανείς τους δεν τολμάει να ζητήσει ναπληρωθεί υπερωρίες. Αν αυτό γίνει, θα γραφτεί ως μελανό σημείο στο βιογραφικότους, θα εμποδίσει την εξέλιξή τους, θα απολυθούν κάποια άλλη στιγμή γιακάποιον ανεξήγητο λόγο. Κανένα συνδικάτο δεν τους προστατεύει, καμιά κρατικήεπιθεώρηση εργασίας δεν απασχολείται με το γεγονός. Το μαστίγιο του επιστάτητης φυτείας έχει αντικατασταθεί με τις προσβολές, τις ψυχοφθόρες ύπουλεςκινήσεις και κουβέντες των ανωτέρων, που ένα σημαντικό κομμάτι της δουλειάςτους είναι να κρατούν έντονο το στείρο και πρωτόγονο ανταγωνισμό μεταξύ τωνυφισταμένων τους, αλλά και να φροντίζουν ώστε να αποκρούουν τις αντίστοιχεςκινήσεις των δικών τους ανωτέρων.
   Τα στελέχη των επιχειρήσεων έχουν μικρότερηαξία από τα προϊόντα, για την προώθηση των οποίων εργάζονται, ή, για να είμαστεπιο ακριβείς, δεν έχουν καμία αξία, σε αντίθεση με τα προϊόντα για τα οποίαδραστηριοποιούνται πλείστες όσες επιτροπές πιστοποίησης ελέγχου κ.λπ. Οιεπιχειρήσεις που αγοράζουν τη ζωή τους τούς κατατάσσουν στα αναλώσιμα. Εκεί πουκαι οι ίδιοι, αδαείς εθελοντές, ακούμπησαν την ψυχή τους. Παιδιά ενός αδιέξοδουπολιτισμού, που εξελισσόμενος αυτοκαταστρέφεται ποδοπατώντας τον πυρήνα του,τον άνθρωπο, δεν προλαβαίνουν να σκεφτούν, να επαναπροσδιορίσουν τιςκαθοδηγούμενες από το σύστημα απαιτήσεις τους, να αντικαταστήσουν τη γρήγορηπληροφορία με την πραγματική γνώση, να ζήσουν. Καταθέτουν μόνο τη γερασμένητους νεότητα στο βωμό ενός κατώτατου πολυεθνικού θεού… «

Ιδιωτικός τομέας. Το τελευταίο κομμάτι του πάζλ στον εμφύλιο των δουλοπαροίκων..

   Το τελευταίο κομμάτι του πάζλ σε σχέση με τα εργασιακά δικαιώματα αφορά τον ιδιωτικό τομέα. Του περισσότερο ίσως υποψιασμένου εργατικού δυναμικού της χώρας μιας και δεν περίμενε το μνημόνιο ή το νέο νόμο για να βιώσει την έλλειψη δικαιωμάτων του. Το καθεστώς εργασιακής ανασφάλειας, η μη νομοθετημένη αλλά ουσιαστική απαγόρευση του συνδικαλίζεσθε, η κατάργηση του ωραρίου και η μη πληρωμή των υπερωριών, το καθεστώς ενοικίασης εργαζομένων και τόσες άλλες πρακτικές αποτελούν καθημερινότητα εδώ και χρόνια. Η επιλογή ο ιδιωτικός τομέας να είναι ο τελευταίος κρίκος χρονικά στην αλυσίδα των εργασιακών αλλαγών δεν ήταν τυχαίος. Οι εργασιακές αλλαγές δεν θα μπορούσαν να γίνουν μαζικά. Όσο καλά και να ελέγχετε ο στρατός των δοτών συνδικαλιστών, υπήρχε ο κίνδυνος μιας μαζικότερης αντίδραση.
   Το διαίρει και βασίλευε αποτελούσε ανέκαθεν μια δοκιμασμένη πρακτική που βρήκε πολύ βολικά την εφαρμογή του στο διαχωρισμό των εργαζομένων. Έτσι οι δημόσιοι υπάλληλοι έσυραν το χορό ως οι ένοχοι που έπρεπε να πληρώσουν για τη διαφθορά του δημοσίου τομέα με εργασιακή τιμωρία αλλά και με τάσεις ρεβανσισμού από τους υπόλοιπους. Η επιλεκτική επιλογή κλειστών επαγγελμάτων έφερε έντεχνα την εκφρασμένη μέσω των ΜΜΕ κοινή γνώμη να ζητά περισσότερη καταστολή στις απεργιακές κινητοποιήσεις ενάντια στα τετελεσμένα. Οι πρώην επιχειρηματίες των καταστημάτων που κλείνουν και ΔΕΝ λογίζονται ως άνεργοι εκπροσωπούνται από το ΕΒΕΑ χωρίς περεταίρω σχολιασμό…. Οι υπάλληλοι των ΔΕΚΟ  βρίσκονται στο στόχαστρο τόσο των δημοσίων  υπαλλήλων και πρώην συνάδελφων τους για να πληρώσουν κι αυτοί, όσο και των ιδιωτικών που «βλέπουν» τις αλλαγές ως «θεία δίκη».  Η κατάντια μιας χώρας που τη στιγμή που επιστρέφει στον «εργασιακό μεσαίωνα» -είναι η λέξη που μας τονίζουν οι επαγγελματίες της ενημέρωσης και οι υπόλοιπες μαριονέτες του πολιτικού συστήματος-, αντί να είναι ενωμένη, για άλλη μια φορά στην ιστορία της επιλέγει τη διάσπαση  και το ρεβανσισμό.
   Οι αλλαγές στον ιδιωτικό τομέα το μόνο που χρειάζονταν ήταν απλά μια δικαιολογία. Εξάλλου πέρα από το καθεστώς του φόβου των απολύσεων λόγω κρίσης, μια εβδομάδα πριν το νομοσχέδιο η ΓΣΕΕ αυτοκαταργήθηκε με  μοναδικά πλέον μέλη του προεδρείου να είναι τα γνωστά κυβερνητικά στελέχη. Η δικαιολογία δουλεύτηκε για καιρό και έτσι οι επίσημες αιτιάσεις για τον ιδιωτικό τομέα ονομάζονται ανάπτυξη και ανταγωνιστικότητα.
   Η απουσία τους δεν οφείλεται στο ότι οι μεγάλες επιχειρήσεις στην Ελλάδα είναι άμεσα ή έμμεσα κρατικοδίαιτες. Δεν οφείλεται στη μη επαναχρηματοδότηση των κερδών των εισηγμένων κυρίως εταιριών που υπήρξαν τεράστια για το μέγεθος τους τα τελευταία χρόνια. Δεν οφείλεται στη μη αναζήτηση νέων αγορών πλην του κράτους. Δεν οφείλεται στην απουσία έρευνας και καινοτομίας. Δεν οφείλεται στην έλλειψη ποιότητας. Δεν οφείλεται εν τέλει στο ότι ουδέποτε ενδιαφέρθηκαν να ξεπεράσουν τις απαρχαιωμένες δομές τους.
   Οφείλεται όπως αποφασίστηκε στους μισθούς και τη «μη ευελιξία»  της αγοράς εργασίας που σε ελεύθερη απόδοση σημαίνει ανάγκη παραγωγής εργαζομένων με συνθήκες αναλώσιμων δουλοπαροίκων. Κάτι απαραίτητο για να μπορέσει το «νοικοκυρεμένο» πλέον κράτος όχι να δημιουργήσει μη ελλειμματικούς δημόσιους και παραγωγικούς πυλώνες αλλά για να μπορέσει να ξεφορτωθεί τα αποτελέσματα της δικής του ανικανότητας στους επιλεγμένους επενδυτές προσφέροντας τους συμβάσεις με αποικιακούς όρους εργασίας.
   Κι εμείς, διασπασμένοι και με σκυμμένο κεφάλι ανακαλύπτουμε συνεχώς τα καινούργια όρια απώλειας του χαμένου αυτοσεβασμού μας ρωτώντας τον εαυτό μας «πώς μας τούμπαραν έτσι ;» Μόνο που καταντάει γελοίο το ότι δεν θυμόμαστε πλέον πόσες φορές το χουμε ξαναπεί…